Αρχείο Έλλης Αλέπη-Μανωλάκου |
Κορυφαίο γεγονός της κοινωνικής ζωής των κατοίκων αποτελούσε ο γάμος στον οποίο συμμετείχε όλο ή σχεδόν όλο το χωριό.
Στο γάμο δύο νέοι έφθαναν σχεδόν κατά κανόνα με συνοικέσιο , γιατί όταν οι γονείς αντιλαμβάνονταν ότι μεταξύ τους υπήρχε συμπάθεια, έσπευδαν εφ΄όσον βέβαια συμφωνούσαν και το
έβλεπαν με καλό μάτι , να ζητήσουν τη βοήθεια κάποιου μεσολαβητή, άνδρα 'η γυναίκας και μέσω αυτού να ζητήσουν οι γονείς του νέου από τους γονείς της νέας " το χέρι της" για το γιό τους.Αν η πρόταση γίνονταν δεκτή , όριζαν με μυστικότητα μια συνάντηση εκπροσώπων των δυο οικογενειών, παρουσία του μεσολαβητή (συμπεθεριάρη), εν απουσία όμως των νέων. Εκεί συζητούσαν τα θέματα της προίκας και αν κατέληγαν σε συμφωνία όριζαν την ημέρα που θα "φανέρωναν" το συμπεθεριό, με επίσκεψη της οικογένειας του γαμπρού στο σπίτι της νύφης.
Τότε ο γαμπρός έδινε επίσημα υπόσχεση γάμου στην κόρη και ακολουθούσαν τα καλορίζικα και τα κεράσματα των δύο οικογενειών και μερικών στενών συγγενών που έφταναν ειδοποιημένοι.
Από εκείνη τη στιγμή ο γαμπρός έμπαινε και έβγαινε ελεύθερα στο σπίτι της νύφης και αφού περνούσε ο χρόνος της μνηστείας για να γνωρισθούν οι νέοι καλύτερα αλλά και να τακτοποιηθούν πολλά θέματα όπως το θέμα της κατοικίας , του νοικοκυριού κλπ, όριζαν την ημέρα του γάμου.
Συνοικέσιο βέβαια μεταξύ δύο νέων μπορούσε να γίνει και όταν οι γονείς τους το έβλεπαν οι ίδιοι σαν κάτι ταιριαστό , προχωρούσαν στην πιο πάνω διαδικασία και έφερναν τους άμεσα ενδιαφερόμενους γαμπρό και νύφη προ τετελεσμένου γεγονότος χωρίς να έχουν ζητήσει όπως θα ήταν σωστό την γνώμη τους προκαταβολικά.
Ο γάμος γίνονταν πάντα Κυριακή και συνήθως το απόγευμα στην μεγάλη εκκλησία του χωριού.Μετά την τέλεση του μυστηρίου , ακολουθούσε γλέντι στο σπίτι του γαμπρού που κρατούσε έως αργά τη νύχτα. Οι προσκεκλημένοι κάθονταν στο τραπέζι για φαγητό ή αν ο χώρος δεν το επέτρεπε, αφήνονταν ένας χώρος στο κέντρο της σάλας του σπιτιού για το χορό που θα ακολουθούσε και όλοι κάθονταν γύρω-γύρω αλλά και στα άλλα δωμάτια και συνεχώς περνούσαν από εμπρός τους συνήθως κορίτσια, και τους πρόσφεραν μεζέδες και κρασί. Γρήγορα έφθανε η ώρα του χορού που άνοιγε ο γαμπρός με τη νύφη. Τα λαϊκά όργανα ήταν απαραίτητα και οι οργανοπαίκτες συνήθως ντόπιοι, ως αμοιβή έτρωγαν και έπιναν καλά , αλλά είχαν και τα τυχερά τους , δηλαδή χρήματα τα οποία τους έδιναν ή τους κολλούσαν καμιά φορά στο μέτωπο οι συγγενείς και οι φίλοι.
Στο γάμο προσέφεραν διάφορα γλυκίσματα και οπωσδήποτε δίπλες, για να διπλώσει όπως έλεγαν το ανδρόγυνο. Οι δίπλες ήταν γλυκό οικονομικό, σχετικά εύκολο στην κατασκευή και όλα τα υλικά που απαιτούνταν υπήρχαν στο σπίτι, δηλαδή αλεύρι, αυγά , μέλι τριμμένο καρύδι , λάδι κανέλλα. Όλοι οι προσκεκλημένοι πήγαιναν στο γάμο με τη "χάρη" τους , που ΄ήταν πράγματα χρήσιμα για το νοικοκυριό ενώ πολλές ήταν οι φορές που έδιναν χρηματικό ποσό.
Μετά το γάμο το ζευγάρι έμενε πλέον στο καινούργιο σπίτι του και πολύ γρήγορα ξεκινούσαν οι συνηθισμένες ασχολίες του χωριού, με κέφι και όρεξη για να κάνουν προκοπή. Το γαμήλιο ταξίδι ήταν σχεδόν άγνωστο τότε.
Από το βιβλίο του Νίκου Αθ. Τσιλιβή " Στη Σκιά του κάστρου της Ζαρνάτας", Η ζωή στο χωριό Κάμπος Αβίας την εικοσαετία 1937-1957
Όμορφη Μάνη
0 Σχόλια