Η ομιλιά του αείμνηστου Σαράντου Καργάκου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά στις 18/3/2014 με θέμα την Μάνη
Γη της πέτρας και της ελιάς, γη του πετρωμένου πόνου και της ματωμένης καρδιάς. Γη των όπλων και του μοιρολογιού. Γη του ισόβιου πένθους και του βροτολοιγού «δικιωμού». Πουθενά ο θάνατος δεν ήταν τόσο παρών, ως τα μέσα του περασμένου αιώνα, όσο στη Μάνη. Και πουθενά αλλού οι νεκροί δεν καθόριζαν τη μοίρα των ζωντανών όσο σ’ αυτή τη στενόμακρη γλώσσα γης που σαν νύχι δράκοντα μπήγεται στην υδάτινη σάρκα της Μεσογείου. Σ’ αυτή την άκρα του Μοριά οι πρόγονοί μας είχαν τοποθετήσει την είσοδο του Άδη. Και δεν είχαν άδικο.
Όλη η έκταση γης που σε απροσδιόριστη εποχή ονομάστηκε Μαΐνη – Μάνη είχε το άρωμα του Άδη. Κάθε σπίτι μύριζε θάνατο. Κάθε γενιά δεν εγαλουχείτο πνευματικά-αισθητικά με το τραγούδι· η πνευματική τροφοληψία της ήταν το μοιρολόι.
Έτσι με του καιρού το γύρισμα στη γη της πέτρας πέτρωσε μια σκληρή «ράτσα» ανθρώπων που για αιώνες ίσχυσε το ποιητικό: «Καρφιά να κάνεις από τέτοιους ανθρώπους δεν θα ’βρεις στον κόσμο καρφιά πιο γερά». Προτού ο Γάλλος επαναστάτης Σαιν Ζυστ πει το περίφημο «είμαστε ένα με το θάνατο», το είχαν κάνει ισόβια πρακτική οι Μανιάτες. Η ζωή τους μετριόταν με θάνατο.
Αυτών των ανθρώπων απόγονοι είμαστε εμείς οι τωρινοί που οι νέες συνθήκες ζωής και η εγκατάλειψη της πατρώας γης μας έχει μετασχηματίσει σε μια μαλακή και συχνά ευαίσθητη ζύμη. Αυτό δεν σημαίνει ότι απέλιπε από την ψυχή μας το μανιάτικο φρόνημα, αυτό το αγέρωχο ήθος, που όταν ξεσπά και στους παρόντες καιρούς, ξυπνά μέσα μας παλληκαριάς καημούς. Δεν υπάρχει πολεμικό γεγονός που να μη βάφτηκε με μανιάτικο αίμα. Ας θυμηθούμε το έσχατο: την ασχήμια της Ύμιας. Όπου θάνατος κι ένας Μανιάτης παρών.
Σήμερα, όπως διαπιστώσατε βλέποντας το ντοκυμαντέρ, το φυσικό και το ανθρώπινο τοπίο της Μάνης έχει αλλάξει. Παρά τις οικοδομικές κακοπραγίες και τις νεοπλουτικές ματαιοδοξίες, ο χώρος έχει γίνει πιο γλυκός, πιο δροσερός και οι άνθρωποι περισσότερο γελαστοί. Δεν είναι το μαύρο πια το επίσημο χρώμα της Μάνης. Ο επισκέπτης μπορεί άνετα να τη διασχίσει και «ιδίοις όμμασι» να διαπιστώσει ότι πολλά φοβερά που έχουν γραφτεί έχουν έναν τόνο υπερβολής· συχνά και κακοήθειας. Ακόμη και στους πιο άσχημους καιρούς στη Μάνη άνθιζε ένας τοπικός πολιτισμός, όπως δείχνουν τα λείψανα αρχαίων ναών και πολυπληθών μεταγενέστερων χριστιανικών ναϊκών κτισμάτων με μια ιδιόρρυθμη ζωγραφική διακόσμηση. Αφήνω το πολυύμνητο μεγαλείο των πύργων που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτε από τα πολυφημισμένα εξαδέλφια τους του Σαν Τζιμινιάνο.
Σήμερα είναι Παπαδιαμαντικό «όνειρο στο κύμα» να ταξιδεύεις, να παραμένεις και να ζεις με όλες σου τις αισθήσεις τα χρώματα, τα αρώματα, τα σχήματα της Μάνης. Υπάρχουν μαγευτικές στιγμές, όπου ο ήλιος λούζει τα πάντα με ένα εξωπραγματικό χρώμα. Η περιβρέχουσα με αλισάχνη τα πάντα θάλασσα είναι χρωματισμένη μ’ ένα απέραντο αλλού βαθύ και αλλού απαλό γαλάζιο. Τα κύματα που φθάνουν στις ακτές, κουρασμένα από μακρύ ταξίδι, χαϊδεύουν τους, με χρώμα λάβας, απόκρημνους βράχους. Γύρω από παράκτια χωριά ανθοβολούν οι ιερές ελιές με τις εναλλασσόμενες χρωματικές αποχρώσεις. Στις πλαγιές ή στις κορυφές γυμνών βουνών πύργοι και πυργόσπιτα στο χρώμα της φλεγόμενης άμμου φαίνονται να πιτσιλίζουν τον φλεγόμενο αυτό κόσμο, δημιουργώντας μια αντίθεση προς τις
νέες κατασκευές που διαταράσσουν την αιώνια αρμονία του τοπίου. Στο σπινθηροβόλημα της πέτρας απαντά το σπινθηροβόλημα των φυλλωμάτων της ελιάς, που λικνίζονται αργά αργά από ένα ελαφρό αεράκι.
Ο αέρας της Μάνης στις καλές του στιγμές είναι απαλός σαν μητρικό χάδι. Στις κακές του στιγμές είναι άγρια ορμητικός σαν το μανιάτικο γιουρούσι στα χρόνια που οι λοιποί Έλληνες δίψαγαν για λευτεριά. Τούτος ο αέρας έχει φτερά και φτερώνει το νου και την ψυχή όσων κατοίκησαν σ’ αυτή την αιματοποτισμένη γη. Γι’ αυτό και η Μάνη, εκτός από μεγάλους μαχητές, έβγαλε και μεγάλους ποιητές. Ας μην ξεχνάμε πως οι μανάδες του Σολωμού και του Ρίτσου ήταν Μανιάτισσες. Ας μην αναφερθώ στους πέρα για πέρα Μανιάτες Κούλη Αλέπη, τον κατ’ εξοχήν Μανιάτη ποιητή, τον Νικηφόρο Βρεττάκο, τον Σαράντο Παυλέα, τον Κώστα Κουλουφάκο και στον αδικοθάνατο Σπήλιο Πασσαγιάννη, τον Φτέρη και τον πρώτο της Μάνης στιχουργό Νικήτα Νηφάκη.
Αλλ’ ας ξανάρθουμε στο φυσικό τοπίο. Υπάρχουν στη Μάνη ακόμη ακτές που διατηρούν όλη τη φρόνηση της αρχαιότητας, κρυφοί γιαλοί που δεν τους έχει βεβηλώσει κανένα ίχνος από μαγιό, βράχια που μοιάζουν με παγανιστικά σύμβολα και που νανουρίζονται με το φλοίσβο του κύματος και κοιμούνται στον ήσκιο των γλάρων που γεμίζουν με περισπωμένες τον ουρανό. Η θάλασσα μεγαλόψυχη ανοίγει χαραματιές σαν το βουνό που σχίζεται από σεισμό, και δημιουργεί κρυψώνες στους οποίους κρύβονταν σε χρόνια παλαιικά οι πειρατικές φελούκες των προγόνων μας. Αλλού οι χαραματιές αυτές κλείνουν και τότε σχηματίζονται μικρές λιμνοθάλασσες σαν γαλανά σεντόνια.
Θυμάμαι κάποια νυχτιά, που νέος διέσχιζα τα αρχαία ερείπια στην άκρη του Ταινάρου, κάτω από ξάστερο ουρανό γεμάτο φεγγάρι, να βγαίνει μέσα από τις θαλασσινές σπηλιές μια απόκοσμη φωνή που υπαγόρευε τις ελκτικές βουλήσεις της στο θαλάσσιο στοιχείο. Εκεί πρωτάκουσα σε αυθεντική έκφραση τη φωνή των προγόνων μας. Έφυγα, όταν το φεγγάρι πλανεμένο από άλλη ομορφιά αποσύρθηκε πέφτοντας σαν λαιμητόμος στην κορφή της απέναντι μεσσηνιακής ακτής.
Κάποτε όλα στη γη της Μάνης, λόγω πολεμικών συνθηκών, εξωτερικών και εσωτερικών, είχαν το σπέρμα της βίας, που, όπως η λάβα ενός ηφαιστείου, όμοια κι αυτή βρισκόταν στο βάθος της ζωής και μεταφυτευόταν στα έγκατα κάθε μανιάτικης ψυχής. Παρά τη φαινομενική ακινησία, όλα ωθούσαν σε μια παρορμητική και συχνά ζωτική βία. Μπορεί οι πανύψηλοι πύργοι να συνομιλούσαν το βράδυ με τον ουρανό, ο ουρανός όμως δεν έφθανε στον πυθμένα των ψυχικών βυθών. Και τότε το πάθος για σκοτωμό δεν γινόταν ανάμνηση από το παρελθόν· ήταν πάντοτε ένα φρικτό παρόν.
Σαν, όμως, ήλθε η ευλογημένη ώρα η χώρα αυτή να «ξαναειπωθεί Ελλάς» κατά τη φράση του Μακρυγιάννη, τότε η Μάνη πρωτοπόρα σαν χθες διοχέτευσε όλο αυτό το εκρηκτικό μείγμα οργής στον πόλεμο κατά των Τούρκων. Και στα μετέπειτα χρόνια όχι μόνο κατ’ αυτών. Επιπόλαιοι ιστορικοί, παλαιότεροι και νεώτεροι, έγραψαν ότι οι Μανιάτες πολεμούσαν μόνο για τον τόπο τους και για τον εαυτό τους. Ψευδέστατο. Κατά την Επανάσταση κανένα ελληνικό σώμα δεν έφθασε τόσο ψηλά όσο η ένοπλη μονάδα Μανιατών υπό τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη που βρήκε ηρωικό θάνατο πολεμώντας στις εκβολές του Αχέροντα. Οι Μανιάτες τότε και μετά πολέμησαν ως τακτικοί ή ως εθελοντές πολεμιστές σε όλη την έκταση του ελληνικού χώρου από την Κρήτη ως τη Μακεδονία και ως τα βάθη της Μικράς Ασίας και ως τη μεγαλόνησο Κύπρο. Οι Μανιάτες πολέμησαν για όλους και έγραψαν για όλους. Όλοι όμως δεν έπραξαν το ίδιο για μας. Πολλοί έγραψαν πράγματα φρικτά. Μεγέθυναν τα ελαττώματά μας, αγνόησαν τα προτερήματά μας.
Ίσως σ’ αυτό να έχουμε μεράδι ευθύνης κι εμείς. Συχνά δίνουμε λαβή για εύκολες επικρίσεις. Και τούτο είναι βολικό. Γιατί ο όρος Μανιάτης είναι ισοδύναμο του Σπαρτιάτης. Ό,τι κάνει ένας βαραίνει σε όλους. Κάτι που δεν ισχύει για τους λοιπούς Έλληνες. Γι’ αυτό πρέπει να διαπαιδαγωγήσουμε τη νέα γενιά με το παλαιό μανιάτικο ήθος. Αν κάποιος έκανε κάτι ποταπό, δεν ντρόπιαζε μόνο τον εαυτό του, ντρόπιαζε όλη τη «σειριά» του. Σήμερα πρέπει να δώσουμε μια διευρυμένη διάσταση: κάθε πράξη ποταπή από Μανιάτη δεν ντροπιάζει τον ίδιο και τη φαμελιά του, ντροπιάζει όλη τη Μάνη. Για να δει η γενέτειρά μας καλύτερες ημέρες, πρέπει στο παρόν και στο μέλλον να μείνει ακηλίδωτη. Γι’ αυτό στη διχόνοια του χθες, πρέπει να αντιτάξουμε την ομόνοια του σήμερα. Πρέπει να γίνουμε πάλι γροθιά. Η Ελλάδα απειλείται εσωτερικά και εξωτερικά. Οι Μανιάτες πρέπει να μείνουν μαγιά ελπίδας. Την ώρα που οι άλλοι σε επίσημους λόγους διακηρύσσουν ότι είναι «Ελληνόφωνοι ορθόδοξοι Έλληνες», εμείς οι Μανιάτες πρέπει να διακηρύσσουμε ότι παραμένουμε «Ελληνόψυχοι» και ότι δεν χύσαμε το αίμα μας για ελληνόφωνες αλλά για ελληνικές περιοχές. Σήμερα με την εκδήλωση αυτή ο Πειραιάς, που υπήρξε πάντα για τη Μάνη μια θερμή αγκαλιά, προσφέρει στη γενέτειρά μας ένα μικρό δείγμα αγάπης και σεβασμού σ’ αυτό το μεγαλειώδες κτίσμα που ανακαινισμένο ξαναγίνεται εστία πολιτισμού.
Εύχομαι κάθε χρονιά τα μανιάτικα σωματεία στο χώρο αυτό να τιμούν τους πνευματικούς ανθρώπους που γέννησε η Μάνη και η Λακωνία γενικά και συνάμα να προβάλλουν τα άγνωστα αξιοθέατα της Μάνης. Το να προβάλλεις τη Μάνη δεν είναι τοπικισμός. Η Μάνη υπήρξε στους νεώτερους καιρούς η ακατάλυτη ψυχή του Λεωνίδα. Για να προκόψουμε στο μέλλον ως έθνος, πρέπει να καλλιεργήσουμε στις νέες γενιές λεωνίδειον ήθος. Και τότε η χώρα μας δεν έχει να φοβάται τίποτε ούτε στο παρόν ούτε στο μέλλον.
Το σχετικό βίντεο:
Προβολές
0 Σχόλια